Ίκτερο - ορισμός του ίκτερο από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%af%ce%ba%cf%84%ce%b5%cf%81%ce%bf
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
10.767.836.633
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google+
Yahoo
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
ίκτερο
Μεταφράσεις
ίκτερο
jaundice
Πλοηγός λέξεων
?
▲
ιθαγένεια
ιθαγενής
ιθύνω
ικανή
ικανό
ικανοποιημένη
ικανοποιημένο
ικανοποιημένος
ικανοποιήμενος
ικανοποίηση
ικανοποιητικά
ικανοποιητική
ικανοποιητικό
ικανοποιητικός
ικανοποιούμαι
ικανοποιώ
ικανός
ικανότητα
Ίκαρος
ικετευτική
ικετευτικό
ικετευτικός
ικετεύω
ικέτης
ικμάδα
ίκορι
-ικός
ικριώμα
ικρίωμα
ικτερικός
ίκτερο
ίκτερος
ιλαρά
ιλαροτραγωδία
ίλαρχος
ιλιγγιώδες
ιλιγγιώδης
ιλιγγιωδώς
ίλιγγος
ίλλιγος
Ιλλυριός
ιλουστρασιόν
ιλυοδόχη
ιλύς
ιλυώδης
Ιμαλία
ιμάντας
ιμάντας μεταφοράς
ιμάντας του βεντιλατέρ
ιμπεριαλισμός
ιμπεριαλιστής
ιμπεριαλιστικός
ιμπεριαλίστρια
ιμπρεσιονισμός
ιμπρεσιονιστής
ιμπρεσιονιστικός
ιμπρεσιονίστρια
ιμπρίκκι
ίνα
ίνδαλμα
Ινδία
▼
Facebook Share
Twitter
Google+
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Google+
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close