Αμετάπειστος - ορισμός του αμετάπειστος από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%b1%ce%bc%ce%b5%cf%84%ce%ac%cf%80%ce%b5%ce%b9%cf%83%cf%84%ce%bf%cf%82
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
11.389.063.010
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google+
Yahoo
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
αμετάπειστος
Μεταφράσεις
αμετάπειστος
(
ame'tapistos
)
αρσενικό
αμετάπειστη
(
ame'tapisti
)
θηλυκό
αμετάπειστο
adamant
,
obdurate
(
ame'tapisto
)
ουδέτερο
επίθετο
που δεν αλλάζει γνώμη
intransigeant/-ante
μένω αμετάπειστος
rester se montrer intransigeant
Πλοηγός λέξεων
?
▲
Αμερικανός
Αμερικάνος
Αμερική
αμερίκιο
αμέριμνη
αμέριμνο
αμέριμνος
αμέριστος
αμερόληπτη
αμερόληπτο
αμερόληπτος
άμεσα
άμεση
άμεση χρέωση
άμεσο
άμεσος
αμέσως
αμετάβατοσ
αμετάβλητη
αμετάβλητο
αμετάβλητος
αμετακίνητη
αμετακίνητο
αμετακίνητος
αμετάκλητος
αμετανόητη
αμετανόητο
αμετανόητος
αμετάπειστη
αμετάπειστο
αμετάπειστος
αμετάτρεπτος
αμετάφραστος
αμεταχείριστη
αμεταχείριστο
αμεταχείριστος
αμέτοχη
αμέτοχο
αμέτοχος
αμέτρητη
αμέτρητο
αμέτρητος
αμετροέπεια
αμήν
αμηνόρροια
αμήχανα
αμήχανη
αμηχανία
αμήχανο
αμήχανος
αμίαντος
αμιγής
αμιγώς
αμίλητη
αμίλητο
αμίλητος
άμιλλα
αμίμητος
αμινοβουτυρικός
αμινοξύ
αμμοθύελλα
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close