Γκέτες - ορισμός του γκέτες από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%b3%ce%ba%ce%ad%cf%84%ce%b5%cf%82
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
11.379.775.361
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google+
Yahoo
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
γκέτες
Μεταφράσεις
γκέτες
بِنْطَلُونٌ ضَيِّقٌ
γκέτες
legíny
γκέτες
gamachebukser
γκέτες
Leggings
γκέτες
leggings
γκέτες
mallas
γκέτες
trikoohousut
γκέτες
collants
γκέτες
tajce
γκέτες
fuseaux
γκέτες
レギングス
γκέτες
레깅스
γκέτες
legging
γκέτες
leggings
γκέτες
getry
γκέτες
leggings
,
polainas
γκέτες
гетры
γκέτες
cykelbyxor
γκέτες
กางเกงรัดรูป
γκέτες
tayt
γκέτες
quần tất
γκέτες
裤袜
Πλοηγός λέξεων
?
▲
γκαλερί
γκαλόπ
γκάλοπ
γκάμα
Γκαμαγιούν
γκαμήλα
Γκάμπια
Γκαμπόν
Γκάνα
γκάνγκστερ
γκανέζικος
Γκανέζος
γκαράζ
γκαραζιέρης
γκαρίζω
γκάρισμα
γκαρνταρόμπα
γκαρσóν
γκαρσόνι
γκαρσονιέρα
Γκαστόν
γκάφα
γκαφατζής
γκαφατζού
γκείσα
γκέκο
γκελ
γκέμι
γκέμια
Γκέρνσεϋ
γκέτες
γκέτο
γκι
γκί
Γκιλγκαμές
Γκιλοτίνα
γκιόνης
γκισέ
γκισέ εισιτηρίων
γκλίτσα
γκλομπ
Γκλουκ
Γκλύξμπουργκ
γκο
γκολ
γκολκίπερ
γκολφ
γκόμενα
γκόμενος
γκονγκ
γκουαγιάβα
Γκουάμ
γκουβερνάντα
γκουρού
Γκουτζαρατικά
Γκούφη
γκοφρέτα
γκραβούρα
γκραφίτι
γκράφιτι
γκρέιπφρουτ
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close