Θέτω σε κίνηση - ορισμός του θέτω σε κίνηση από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%b8%ce%ad%cf%84%cf%89+%cf%83%ce%b5+%ce%ba%ce%af%ce%bd%ce%b7%cf%83%ce%b7
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
10.767.845.868
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google+
Yahoo
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
θέτω σε κίνηση
Μεταφράσεις
θέτω σε κίνηση
يُطْلِقُ
θέτω σε κίνηση
vypustit
θέτω σε κίνηση
opsende
θέτω σε κίνηση
vom Stapel lassen
θέτω σε κίνηση
launch
θέτω σε κίνηση
lanzar
θέτω σε κίνηση
lanseerata
θέτω σε κίνηση
lancer
θέτω σε κίνηση
lansirati
θέτω σε κίνηση
lanciare
θέτω σε κίνηση
進水させる
θέτω σε κίνηση
(배를) 진수시키다
θέτω σε κίνηση
lanceren
θέτω σε κίνηση
sette i gang
θέτω σε κίνηση
wypuścić
θέτω σε κίνηση
lançar
θέτω σε κίνηση
запускать
θέτω σε κίνηση
lansera
θέτω σε κίνηση
ปล่อย
θέτω σε κίνηση
fırlatmak
θέτω σε κίνηση
phóng
θέτω σε κίνηση
发起
Πλοηγός λέξεων
?
▲
θερμοσίφωνας
θερμοσκοπικός
θερμοστάτης
θερμότητα
θερμοφόρα
θερμοχωρητικότητα
θέρος
θέση
θέση δίπλα σε παράθυρο
θέση εργασίας
θέση στο διάδρομο
θεσμικός
θεσμοθέτηση
θεσμός
θεσπέσιος
θεσπίζω
θέσπισμα
Θεσσαλονίκη
θετή
θετή μητέρα
θετικά
θετική
θετικό
θετικός
Θέτις
θετό
θετό παιδί
θετός
θέτω
θέτω σε κίνδυνο
θέτω σε κίνηση
θεωρείο
θεωρητικά
θεωρητική
θεωρητικό
θεωρητικός
θεωρία
θεωρία παιγνίων
θεωρία συνωμοσίας
θεωρία των συνόλων
Θεωρία Χορδών
θεωρούμαι
θεωρώ
Θήβα
θηβαϊκός
Θήβη
θηκάρι
θήκη
θηλάζω
θηλασμός
Θηλαστικά
θηλαστικό
θηλαστικός
θηλή
θήλη
θηλιά
θηλυκή
θηλυκιά
θηλυκό
θηλυκός
θηλυκότητα
▼
Facebook Share
Twitter
Google+
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Google+
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close