Θηλιά - ορισμός του θηλιά από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%b8%ce%b7%ce%bb%ce%b9%ce%ac
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
10.766.348.985
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google+
Yahoo
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
θηλιά
Μεταφράσεις
θηλιά
loop
loop
pętla
루프
lus
boucle
bucle
smyčka
לולאה
حلقة
loop
loop
循环
ループ
петля
(
θi'ʎa
)
ουσιαστικό
θηλυκό
σκοινί δεμένο έτσι ώστε να σφίγγει κτ
nœud
αρσενικό
coulant
Πλοηγός λέξεων
?
▲
θετό
θετό παιδί
θετός
θέτω
θέτω σε κίνδυνο
θέτω σε κίνηση
θεωρείο
θεωρητικά
θεωρητική
θεωρητικό
θεωρητικός
θεωρία
θεωρία παιγνίων
θεωρία συνωμοσίας
θεωρία των συνόλων
Θεωρία Χορδών
θεωρούμαι
θεωρώ
Θήβα
θηβαϊκός
Θήβη
θηκάρι
θήκη
θηλάζω
θηλασμός
Θηλαστικά
θηλαστικό
θηλαστικός
θηλή
θήλη
θηλιά
θηλυκή
θηλυκιά
θηλυκό
θηλυκός
θηλυκότητα
θηλυπρεπές
θηλυπρεπής
θηλυπρεπώς
θημωνιά
θήρα
θήραμα
θηρανθεμίς
θηρίο
θηριοδαμαστής
θηριοδαμάστρια
θηριοτροφείο
θηριώδης
θηριωδία
θησαυρός
θησαυροφυλάκιο
θήτα
θητεία
θίασος
Θιβέτ
Θιβετιανά
θιβετιανός
θιγμένη
θιγμένο
θιγμένος
θίγομαι
▼
Facebook Share
Twitter
Google+
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Google+
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close