Κονιάκ - ορισμός του κονιάκ από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%ba%ce%bf%ce%bd%ce%b9%ce%ac%ce%ba
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
11.389.504.022
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google+
Yahoo
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
κονιάκ
Μεταφράσεις
κονιάκ
cognac
коньяк
,
бренди
brandy
,
cognac
بَرانْدي
brandy
cognac
Weinbrand
coñac
konjakki
konjak
brandy
ブランデー
브랜디
cognac
konjakk
brandy
conhaque
konjak
เหล้าบรั่นดี
konyak
rượu brandy
白兰地
(
ko'ɲak
)
ουσιαστικό
ουδέτερο
άκλητο (ουσιαστικό – επίθετο)
είδος οινοπνευματώδους ποτού
cognac
αρσενικό
Πλοηγός λέξεων
?
▲
κομπλιμέντο
κομπογιαννίτης
κομπόδεμα
κομπολόγια
κομπολόι
κομπορημονώ
κομπορρήμων
κόμπος
κόμποστ
κομπόστα
κόμπρα
κομπρέσα
κομπρεσέρ
κομφετί
κομφόρ
κομφορμισμός
κομφορμιστής
κομφούζιο
κομψά
κομψή
κομψό
κομψός
κομψότητα
κονβέρτιμπλ
Κονγκό
κονδύλι
κονδύλιο
κόνδυλος
κονδύλωμα
κονέ
κονιάκ
κονίαμα
κονίδα
κονιορτοποίηση
κονίστρα
κονκάρδα
κόνξα
κονσέρβα
κονσερβαρισμένος
κονσερβοποιημένος
κονσερβοποιώ
κονσέρτο
κονσόλα
κονσόλα παιχνιδιών
κονσόρτσιουμ
κοντά
κοντά σε
κονταίνω
κοντάκι
κοντάρι
κονταρομαχία
κονταρομαχώ
κονταροχτυπιέμαι
κοντέηνερ
κοντέινερ
κόντεμα
κοντέρ
κοντέσα
κοντεύω
κοντή
κοντινή
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close