Μάρμαρο - ορισμός του μάρμαρο από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%bc%ce%ac%cf%81%ce%bc%ce%b1%cf%81%ce%bf
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
11.379.495.552
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google+
Yahoo
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
μάρμαρο
Μεταφράσεις
μάρμαρο
marble
marbre
marmo
lapis
marmer
mármore
marmor
marmor
رُخَامٌ
mramor
marmor
Marmor
mármol
marmori
mramor
大理石
대리석
marmor
marmur
мрамор
หินอ่อน
mermer
đá cẩm thạch
大理石
השיש
大理石
мрамор
(
'marmaro
)
ουσιαστικό
ουδέτερο
πέτρωμα χρήσιμο στη γλυπτική και τη διακόσμηση
marbre
αρσενικό
Πλοηγός λέξεων
?
▲
μαργαριταρένια
μαργαριταρένιο
μαργαριταρένιος
μαργαριτάρι
μαρέγγα
μαρέγκα
μ'αρέσει
Μαρία
μαρίδα
μαρίνα
μαρινάδα
μαρινάρω
μαρινάτα
μαριονέτα
μαριχουάνα
μάρκα
μαρκαδόρος
μαρκαδόρος υπογράμμισης
μαρκάρισμα
μαρκάρω
μάρκετιγκ
μάρκετινγκ
μαρκησία
μαρκήσιος
μαρκίζα
μάρκο
μαρμαλάδα
μαρμάρινη
μαρμάρινο
μαρμάρινος
μάρμαρο
μαρμαρυγή
μαρμαρυγίας
μαρμαρώνω
μαρμελάδα
μαρμίτα
Μαρξισμός
μαροκινός
Μαρόκο
μαρούλι
μαρσάρω
μάρσιπος
μαρσιποφόρο
Μάρτης
μαρτιάτικος
Μαρτινίκα
Μάρτιος
μάρτυρας
μάρτυρας του Ιεχωβά
μαρτυράω
Μάρτυρες του Ιεχωβά
μαρτυρία
μαρτυρική
μαρτυρικό
μαρτυρικός
μαρτύριο
μαρτυρώ
μάρτυς
μας
μάσα
μασάζ
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close