Ούτως ή άλλως - ορισμός του ούτως ή άλλως από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%bf%cf%8d%cf%84%cf%89%cf%82+%ce%ae+%ce%ac%ce%bb%ce%bb%cf%89%cf%82
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
11.389.097.035
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google+
Yahoo
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
ούτως ή άλλως
Μεταφράσεις
ούτως ή άλλως
بِأَيِّ شَكْل
ούτως ή άλλως
stejně
ούτως ή άλλως
alligevel
ούτως ή άλλως
jedenfalls
ούτως ή άλλως
anyhow
ούτως ή άλλως
de cualquier manera
ούτως ή άλλως
mitenkään
ούτως ή άλλως
quoi qu’il en soit
ούτως ή άλλως
unatoč tome
ούτως ή άλλως
comunque
ούτως ή άλλως
とにかく
ούτως ή άλλως
어쨌든
ούτως ή άλλως
hoe dan ook
ούτως ή άλλως
uansett
ούτως ή άλλως
jakoś
ούτως ή άλλως
de qualquer maneira
ούτως ή άλλως
во всяком случае
ούτως ή άλλως
på något sätt
ούτως ή άλλως
อย่างไรก็ตาม
ούτως ή άλλως
her halükarda
ούτως ή άλλως
dù sao đi nữa
ούτως ή άλλως
无论如何
Πλοηγός λέξεων
?
▲
ούρο
ουρογεννητικός
ουροδοχείο
ουρολογικός
ουρολόγος
ουροποιητικός
Ουρουγουάη
ουρουγουανικός
Ουρουγουανός
ουροχολίνη
ουρώ
ουσάρος
ουσία
ουσιαστικά
ουσιαστική
ουσιαστικό
ουσιαστικός
ουσιοκρατία
ουσιώδης
ούτε
ούτε … ούτε
Ούτε αυτό μου αρέσει
ούτε ένας
ούτι
ουτοπία
ουτοπική
ουτοπικό
ουτοπικός
ουτοπιστής
ούτως
ούτως ή άλλως
ουφώ
οφειλέτης
οφειλή
οφείλομαι
οφειλόμενα
οφείλω
όφελος
οφθαλμαπάτη
οφθαλμιατρείο
οφθαλμίατρος
οφθαλμικός
οφθαλμολογικός
οφθαλμολόγος
οφθαλμός
οφθαλμοσκόπηση
οφθαλμοσκοπικός
οφθαλμοφανής
οφιολατρία
Οφιούχος
Όφις
οφσάιντ
όφσαϊντ
όφσετ
οφτός
όχεντρα
οχετός
όχημα
όχθη
όχθη, γιαλός, ακτή
όχι
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close