Παγοδρομώ - ορισμός του παγοδρομώ από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%cf%80%ce%b1%ce%b3%ce%bf%ce%b4%cf%81%ce%bf%ce%bc%cf%8e
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
11.381.080.219
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google+
Yahoo
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
παγοδρομώ
Μεταφράσεις
παγοδρομώ
يَتَزَلَّجُ
παγοδρομώ
bruslit
παγοδρομώ
skøjte
παγοδρομώ
eislaufen
παγοδρομώ
skate
παγοδρομώ
patinar
παγοδρομώ
luistella
παγοδρομώ
patiner
παγοδρομώ
voziti se na skateboardu
παγοδρομώ
pattinare
παγοδρομώ
スケートをする
παγοδρομώ
스케이트
παγοδρομώ
schaatsen
παγοδρομώ
gå på skøyter
παγοδρομώ
jeździć na łyżwach
παγοδρομώ
patinar
παγοδρομώ
кататься на коньках
παγοδρομώ
åka skridskor
παγοδρομώ
เล่นสเก็ต
παγοδρομώ
paten
παγοδρομώ
trượt băng
παγοδρομώ
滑冰
Πλοηγός λέξεων
?
▲
παγετώδης
παγετώνας
πάγια
πάγια εντολή
παγίδα
παγιδευμένος με κρυφό μικρόφωνο
παγιδεύομαι
παγιδεύω
πάγιο
πάγιος
παγκάκι
πάγκος
πάγκος πωλήσεων
παγκόσμια
παγκόσμια θέρμανση
Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας
παγκόσμιο
Παγκόσμιο Κύπελο
παγκοσμιοποίηση
παγκόσμιος
παγκόσμιος ιστός
παγκοσμίως
παγκράτιο
πάγκρεας
παγκρεατίτις
παγόβουνο
παγοβούτι
παγόδα
παγοδρομία
παγοδρόμιο
παγοδρομώ
παγοκρύσταλλο
παγοκρύσταλλος
παγοκύστη
παγόνι
παγοπέδιλο
παγοπληξία
πάγος
παγούρι
πάγωμα
παγωμένος
παγώνι
παγωνιά
παγώνω
πάγωσε
παγωτό
παζάρεμα
παζαρεύω
παζάρι
παζλ
πάζλ
παθαίνω
παθαίνω βλάβη
πάθη
πάθημα
πάθηση
παθητική
παθητικό
παθητικός
παθητικότητα
παθιάζομαι
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close