Παπούτσι - ορισμός του παπούτσι από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%cf%80%ce%b1%cf%80%ce%bf%cf%8d%cf%84%cf%83%ce%b9
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
10.769.125.738
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google+
Yahoo
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
παπούτσι
Μεταφράσεις
παπούτσι
Schuh
shoe
kenkä
chaussure
scarpa
pabuç
,
ayakkabı
حِذاء
bota
sko
zapato
cipela
靴
구두
schoen
sko
but
sapato
туфля
sko
รองเท้า
giày
鞋子
,
鞋
обувки
鞋
(
pa'putsi
)
ουσιαστικό
ουδέτερο
δερμάτινη συνήθως προστασία των ποδιών
chaussure
θηλυκό
soulier
αρσενικό
ένα ζευγάρι παπούτσια
une paire de chaussures
Το
παπούτσι
μου έχει τρυπήσει
→
هُناكَ ثُقْبٌ في حِذَائِي
→ Mám v botě díru
→ Der er et hul i mine sko
→
Ich habe ein Loch in meinem Schuh
→
I have a hole in my shoe
→
Tengo un agujero en el zapato
→ Kengässäni on reikä
→
Il y a un trou dans ma chaussure
→ Imam rupu na cipeli
→
Ho la scarpa bucata
→ 靴に穴があきました
→ 신발에 구멍이 났어요
→
Ik heb een gat in mijn schoen
→
Det er et hull i skoen min
→
Mam dziurę w bucie
→
Tem um buraco no meu sapato
→
У меня порвалась обувь
→ Jag har ett hål i skon
→ รองเท้าฉันมีรู
→
Ayakkabımda delik var
→ Giày của tôi bị thủng một lỗ
→
我的鞋底有个洞
Πλοηγός λέξεων
?
▲
πάνω
πάνω από
πάνω από το πτώμα μου
πανωλεθρία
πανωλέθρια
πανώλης
πανωσέντονο
πανωφόρι
παξιμάδι
πα-πα
παπαγαλάκι
παπαγαλίζω
παπαγαλίστικος
παπαγάλος
παπαδιά
παπαδίτσα
παπάκι
παπαρούνα
παπάς
Πάπας
παπί
πάπια
παπιαμέντο
παπιγιόν
παπικός
πάπισσα
πάπλωμα
Παπούα Νέα Γουινέα
παπούς
παπουτσής
παπούτσι
παπούτσια
παπούτσια μπαλέτου
παππούδες
παππούλης
παππούς
πάπρικα
πάπυρος
παρ' όλο
παρ’ όλα αυτά
παρά
πάρα
παρα πολύ
πάρα πολύ
παραβαίνω
παραβάλλω
παραβάν
παράβαση
παραβάτης
παραβάτιδα
παραβγαίνω
παραβιάζω
παραβίαση
παραβίαση τέρματος
παραβλάπτω
παραβλέπω
παραβολή
παραβολικός
παραβρίσκομαι
παραγάδι
παραγγελία
▼
Facebook Share
Twitter
Google+
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Google+
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close