Σνακ - ορισμός του σνακ από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%cf%83%ce%bd%ce%b1%ce%ba
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
11.395.018.235
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google+
Yahoo
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
σνακ
Μεταφράσεις
σνακ
snack
σνακ
وَجْبَةٌ خَفِيفَة
σνακ
svačina
σνακ
snack
σνακ
kleine Zwischenmahlzeit
σνακ
aperitivo
,
tentempié
σνακ
välipala
σνακ
en-cas
σνακ
laki obrok
σνακ
spuntino
σνακ
軽食
σνακ
가벼운 식사
σνακ
snack
σνακ
noe å bite i
σνακ
przekąska
σνακ
lanche
σνακ
легкая закуска
σνακ
mellanmål
σνακ
อาหารว่าง
σνακ
atıştırma
σνακ
đồ ăn nhẹ
σνακ
快餐
Πλοηγός λέξεων
?
▲
σλοβάκικα
σλοβακικός
Σλοβάκος
Σλοβενία
Σλοβενικά
σλοβενική
σλοβενικό
σλοβενικός
Σλοβένος
σλόγκαν
σμάλτο
σμαραγδένια
σμαραγδένιο
σμαραγδένιος
σμαράγδι
σμάρι
σμέουρο
σμέρνα
σμηνίας
σμήνος
σμίγω
σμικρῶς
σμίκρυνση
σμίλη
σμιχτή
σμιχτό
σμιχτός
σμόκιν
σμπαράλια
σμπαραλιάζω
σνακ
σνακ μπαρ
σνίτσελ
σνομπ
σνομπάρω
σνομπισμός
σνούκερ
σοβαντίζω
σοβαρά
σοβαρεύω
σοβαρή
σοβαρό
σοβαρολογώ
σοβαρός
σοβαρότητα
σοβαροφανές
σοβαροφανής
σοβάς
σοβατεπί
σοβατζής
σοβατίζω
σοβάτισμα
σοβινισμός
σοβινιστής
σοβινίστρια
σοβχόζ
σόγια
σογιέλαιο
σόδα
σοδειά
σοδομία
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close