αδύνατος

Μεταφράσεις

αδύνατος

(a'ðinatos) αρσενικό

αδύνατη

(a'ðinati) θηλυκό

αδύνατο

impossible, weak, puny, thinimpossible, menuimpossível, magroرَقِيقhubenýtynddünndelgadolaihamršavmagro細い마른duntynnszczupłyхудойsmalผอมzayıfốm瘦的 (a'ðinato) ουδέτερο
επίθετο
1. πολύ λεπτός Είσαι πολύ αδύνατη, τρώγε περισσότερο.
2. που δεν αποδίδει Είναι αδύνατος στα μαθηματικά. Η αριθμητική είναι το αδύνατό της σημείο.
3. που δεν μπορεί να ισχύει είναι αδύνατον να Αδύνατον!
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Copyright © 2003-2025 Farlex, Inc Αποποίηση ευθυνών
Ολόκληρο το περιεχόμενο της ιστοσελίδας αυτής, συμπεριλαμβανομένου του λεξικού, του θησαυρού, της λογοτεχνίας, της γεωγραφίας και άλλων στοιχείων αναφοράς, υπάρχει μόνο για πληροφοριακούς λόγους μόνο. Οι πληροφορίες αυτές δεν θα πρέπει να θεωρούνται πλήρεις, ενημερωμένες, και δεν έχουν ως στόχο να χρησιμοποιηθούν στη θέση επίσκεψης, σύσκεψης, ή συμβουλής από κάποιον δικηγόρο, ιατρό ή οποιονδήποτε άλλο επαγγελματία.