ακτινοσκοπώ

Μεταφράσεις

ακτινοσκοπώ

يُصَوِّرُ بِأَشِعَّةِ إِكْس

ακτινοσκοπώ

rentgenovat

ακτινοσκοπώ

røntgenfotografere

ακτινοσκοπώ

röntgen

ακτινοσκοπώ

X-ray

ακτινοσκοπώ

radiografiar

ακτινοσκοπώ

ottaa röntgenkuva

ακτινοσκοπώ

radiographier

ακτινοσκοπώ

snimiti rendgenom

ακτινοσκοπώ

fare una radiografia

ακτινοσκοπώ

X線写真を撮る

ακτινοσκοπώ

X선 사진을 찍다

ακτινοσκοπώ

een röntgenfoto maken

ακτινοσκοπώ

røntgenfotografere

ακτινοσκοπώ

prześwietlić

ακτινοσκοπώ

radiografar

ακτινοσκοπώ

делать рентген

ακτινοσκοπώ

röntga

ακτινοσκοπώ

ถ่ายภาพด้วยรังสีเอ็กซ์

ακτινοσκοπώ

röntgenini çekmek

ακτινοσκοπώ

chụp X-quang

ακτινοσκοπώ

X光透视
Copyright © 2003-2025 Farlex, Inc Αποποίηση ευθυνών
Ολόκληρο το περιεχόμενο της ιστοσελίδας αυτής, συμπεριλαμβανομένου του λεξικού, του θησαυρού, της λογοτεχνίας, της γεωγραφίας και άλλων στοιχείων αναφοράς, υπάρχει μόνο για πληροφοριακούς λόγους μόνο. Οι πληροφορίες αυτές δεν θα πρέπει να θεωρούνται πλήρεις, ενημερωμένες, και δεν έχουν ως στόχο να χρησιμοποιηθούν στη θέση επίσκεψης, σύσκεψης, ή συμβουλής από κάποιον δικηγόρο, ιατρό ή οποιονδήποτε άλλο επαγγελματία.