αξύριστος

Μεταφράσεις

αξύριστος

(a'ksiristos) αρσενικό

αξύριστη

(a'ksiristi) θηλυκό

αξύριστο

غَيْرُ حَلِيقneoholenýubarberetunrasiertunshavensin afeitarparroittunuthirsuteneobrijannon rasatoひげを剃っていない면도하지 않은ongeschorenubarbertnieogolonynão barbeadoнебритыйorakadไม่โกนหนวดเคราtıraşsızkhông cạo râu未刮过脸的 (a'ksiristo) ουδέτερο
επίθετο
που δεν έχει ξυριστεί
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Copyright © 2003-2025 Farlex, Inc Αποποίηση ευθυνών
Ολόκληρο το περιεχόμενο της ιστοσελίδας αυτής, συμπεριλαμβανομένου του λεξικού, του θησαυρού, της λογοτεχνίας, της γεωγραφίας και άλλων στοιχείων αναφοράς, υπάρχει μόνο για πληροφοριακούς λόγους μόνο. Οι πληροφορίες αυτές δεν θα πρέπει να θεωρούνται πλήρεις, ενημερωμένες, και δεν έχουν ως στόχο να χρησιμοποιηθούν στη θέση επίσκεψης, σύσκεψης, ή συμβουλής από κάποιον δικηγόρο, ιατρό ή οποιονδήποτε άλλο επαγγελματία.