απαραίτητος

Μεταφράσεις

απαραίτητος

αρσενικό

απαραίτητη

(apa'retiti) θηλυκό

απαραίτητο

indispensable, required, essential, for, necessaryضَرُورِيّ, لا غِنَى عَنْهُnezbytnýnødvendig, uundværlignotwendig, unentbehrlichindispensable, necesariokorvaamaton, välttämätönindispensable, nécessaireneophodan, potrebanindispensabile, necessario不可欠な, 必要な필수의, 필요한nodig, onontbeerlijknødvendig, uunnværligkonieczny, niezbędnynecessário, indispensávelобязательныйnödvändig, oumbärligจำเป็น, ที่ขาดไม่ได้gerekli, vazgeçilmezcần thiết, không thể thiếu được不可或缺的, 必要的 (apa'retito) ουδέτερο
επίθετο
αναγκαίος ο απαραίτητος χρόνος είναι απαραίτητο να
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Copyright © 2003-2025 Farlex, Inc Αποποίηση ευθυνών
Ολόκληρο το περιεχόμενο της ιστοσελίδας αυτής, συμπεριλαμβανομένου του λεξικού, του θησαυρού, της λογοτεχνίας, της γεωγραφίας και άλλων στοιχείων αναφοράς, υπάρχει μόνο για πληροφοριακούς λόγους μόνο. Οι πληροφορίες αυτές δεν θα πρέπει να θεωρούνται πλήρεις, ενημερωμένες, και δεν έχουν ως στόχο να χρησιμοποιηθούν στη θέση επίσκεψης, σύσκεψης, ή συμβουλής από κάποιον δικηγόρο, ιατρό ή οποιονδήποτε άλλο επαγγελματία.