απειλητικός

Μεταφράσεις

απειλητικός

(apiliti'kos) αρσενικό

απειλητική

(apiliti'ci) θηλυκό

απειλητικό

threateningmenaçantتَهْدِيدِيّvýhružnýtruendedrohendamenazadoruhkaavaprijetećiminaccioso脅すような위협적인dreigendtruendegroźnyameaçadorугрожающийhotfullที่ขู่เข็ญtehdit ediciđe dọa胁迫的 (apiliti'ko) ουδέτερο
επίθετο
1. που τρομάζει απειλητική φωνή
2. που προμηνύει κτ κακό απειλητικό σύννεφο
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Copyright © 2003-2025 Farlex, Inc Αποποίηση ευθυνών
Ολόκληρο το περιεχόμενο της ιστοσελίδας αυτής, συμπεριλαμβανομένου του λεξικού, του θησαυρού, της λογοτεχνίας, της γεωγραφίας και άλλων στοιχείων αναφοράς, υπάρχει μόνο για πληροφοριακούς λόγους μόνο. Οι πληροφορίες αυτές δεν θα πρέπει να θεωρούνται πλήρεις, ενημερωμένες, και δεν έχουν ως στόχο να χρησιμοποιηθούν στη θέση επίσκεψης, σύσκεψης, ή συμβουλής από κάποιον δικηγόρο, ιατρό ή οποιονδήποτε άλλο επαγγελματία.