αποζημιώνω

Μεταφράσεις

αποζημιώνω

reimburse, remunerate, compensateيَرُدُّ إلى, يُعَوِّضُodškodnit, refundovatgodtgøre, kompensereentschädigen, zurückzahlencompensar, reembolsarhyvittää, korvata rahallisesticompenser, remboursernadoknaditi, nadoknaditi troškovecompensare, rimborsare弁済する, 補償する변상하다, 보상하다compenseren, terugbetalenkompansere, refunderewynagrodzić, zwrócićcompensar, reembolsarкомпенсировать, возмещатьersätta, kompenseraใช้เงินคืน, ชดเชยtelafi etmek, zararını karşılamakbồi hoàn, đền bù偿还, 赔偿 (apozimi'ono)
ρήμα μεταβατικό (ρήμα)
δίνω χρήματα για επιδιόρθωση ζημιάς
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Copyright © 2003-2025 Farlex, Inc Αποποίηση ευθυνών
Ολόκληρο το περιεχόμενο της ιστοσελίδας αυτής, συμπεριλαμβανομένου του λεξικού, του θησαυρού, της λογοτεχνίας, της γεωγραφίας και άλλων στοιχείων αναφοράς, υπάρχει μόνο για πληροφοριακούς λόγους μόνο. Οι πληροφορίες αυτές δεν θα πρέπει να θεωρούνται πλήρεις, ενημερωμένες, και δεν έχουν ως στόχο να χρησιμοποιηθούν στη θέση επίσκεψης, σύσκεψης, ή συμβουλής από κάποιον δικηγόρο, ιατρό ή οποιονδήποτε άλλο επαγγελματία.