απόδειξη

Μεταφράσεις

απόδειξη

Beweis, Korrekturfahneproof, evidence, receiptpreuve, facture, facturetteبُرْهَانdůkazbevispruebatodistedokazprova証拠증거bewijsprøvetrykkbadanie, dowódprova, comprovanteподтверждение, доказательствоkorrektur, bevisข้อพิสูจน์deneme baskısıbằng chứng证据доказателствоהוכחה (a'poðiksi)
ουσιαστικό θηλυκό
1. ενδεικτικό στοιχείο αδιάσειστη απόδειξη έχω αποδείξεις
2. παρουσίαση θεωρίας μαθηματική απόδειξη
3. αποδεικτικό πληρωμής ή παραλαβής εκδίδω κόβω απόδειξη απόδειξη ενοικίου απόδειξη αγοράς απόδειξη παραλαβής εμπορευμάτων
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Copyright © 2003-2025 Farlex, Inc Αποποίηση ευθυνών
Ολόκληρο το περιεχόμενο της ιστοσελίδας αυτής, συμπεριλαμβανομένου του λεξικού, του θησαυρού, της λογοτεχνίας, της γεωγραφίας και άλλων στοιχείων αναφοράς, υπάρχει μόνο για πληροφοριακούς λόγους μόνο. Οι πληροφορίες αυτές δεν θα πρέπει να θεωρούνται πλήρεις, ενημερωμένες, και δεν έχουν ως στόχο να χρησιμοποιηθούν στη θέση επίσκεψης, σύσκεψης, ή συμβουλής από κάποιον δικηγόρο, ιατρό ή οποιονδήποτε άλλο επαγγελματία.