γλώσσα

Μεταφράσεις

γλώσσα

taalезикllenguatgejazyktunge, sprogSprache, Seezunge, Zungelanguage, tongue, sole, flounder, lingolingvolengua, lenguaje, idiomakeelkieli, puhelangue, sole, langageלשון, שפהjeziknyelvbahasa, lidahmál, tunga, tungumállingua, linguaggio舌, 言葉, ことば혀, 언어linguakalba, liežuvisvalodaഭാഷtaal, tongspråk, tungejęzyklíngua, linguagem, idiomaязыкjazykjezikјезикtunga, språkмоваngôn ngữ, cái lưỡi语言, 舌头لِسَان, لُغَةٌภาษา, ลิ้นdil語言 ('ɣlosa)
ουσιαστικό θηλυκό
1. το όργανο ομιλίας και γεύσης βγάζω τη γλώσσα μου σε κπ
μεταφορικά μιλάω με αγένεια
2. ανθρώπινος κώδικας επικοινωνίας μαθήματα γλώσσας Η μητρική μου γλώσσα είναι τα ελληνικά.
3. πληροφορική ηλεκτρονικό πρόγραμμα με κανόνες γλώσσα προγραμματισμού
4. ψάρι που έχει το σχήμα της γλώσσας Φάγαμε φρέσκιες γλώσσες.
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Copyright © 2003-2025 Farlex, Inc Αποποίηση ευθυνών
Ολόκληρο το περιεχόμενο της ιστοσελίδας αυτής, συμπεριλαμβανομένου του λεξικού, του θησαυρού, της λογοτεχνίας, της γεωγραφίας και άλλων στοιχείων αναφοράς, υπάρχει μόνο για πληροφοριακούς λόγους μόνο. Οι πληροφορίες αυτές δεν θα πρέπει να θεωρούνται πλήρεις, ενημερωμένες, και δεν έχουν ως στόχο να χρησιμοποιηθούν στη θέση επίσκεψης, σύσκεψης, ή συμβουλής από κάποιον δικηγόρο, ιατρό ή οποιονδήποτε άλλο επαγγελματία.