δικαίωμα

Μεταφράσεις

δικαίωμα

rightdroit, droiteحَقّprávoretRechtbien, derecha, derechooikeusispravnodiritto権利권리goedrettighetprawodireito, corretoправоrättighetสิทธิhakquyền正确 (ði'ceoma)
ουσιαστικό ουδέτερο
1. νομικά οι ελευθερίες που δίνει ο νόμος στον πολίτη ατομικά δικαιώματα αφαιρώ κπ δικαίωμα τα ανθρώπινα δικαιώματα
που αφορούν στα πνευματικά έργα ως ιδιοκτησία
2. κτ που επιτρέπεται, η δυνατότητα έχω δικαίωμα σε κτ έχω το δικαίωμα να το δικαίωμα συμμετοχής
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Copyright © 2003-2025 Farlex, Inc Αποποίηση ευθυνών
Ολόκληρο το περιεχόμενο της ιστοσελίδας αυτής, συμπεριλαμβανομένου του λεξικού, του θησαυρού, της λογοτεχνίας, της γεωγραφίας και άλλων στοιχείων αναφοράς, υπάρχει μόνο για πληροφοριακούς λόγους μόνο. Οι πληροφορίες αυτές δεν θα πρέπει να θεωρούνται πλήρεις, ενημερωμένες, και δεν έχουν ως στόχο να χρησιμοποιηθούν στη θέση επίσκεψης, σύσκεψης, ή συμβουλής από κάποιον δικηγόρο, ιατρό ή οποιονδήποτε άλλο επαγγελματία.