εισαγωγή

Μεταφράσεις

εισαγωγή

import, introduction, induction, intakeimportation, importإِسْتِيرَادٌdovozimportImportimportaciónmaahantuontiuvozimportazione輸入수입품importimportimportimportaçãoимпортimportสินค้านำเข้าithalhàng nhập khẩu进口货 (isaɣo'ʝi)
ουσιαστικό θηλυκό
1. το άνοιγμα κειμένου ή ομιλίας κάνω μια εισαγωγή σε ένα θέμα
2. το να φέρνει κν προϊόντα από το εξωτερικό εταιρεία εισαγωγών η εισαγωγή αυτοκινήτων
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Copyright © 2003-2025 Farlex, Inc Αποποίηση ευθυνών
Ολόκληρο το περιεχόμενο της ιστοσελίδας αυτής, συμπεριλαμβανομένου του λεξικού, του θησαυρού, της λογοτεχνίας, της γεωγραφίας και άλλων στοιχείων αναφοράς, υπάρχει μόνο για πληροφοριακούς λόγους μόνο. Οι πληροφορίες αυτές δεν θα πρέπει να θεωρούνται πλήρεις, ενημερωμένες, και δεν έχουν ως στόχο να χρησιμοποιηθούν στη θέση επίσκεψης, σύσκεψης, ή συμβουλής από κάποιον δικηγόρο, ιατρό ή οποιονδήποτε άλλο επαγγελματία.