εκμεταλλεύομαι

Μεταφράσεις

εκμεταλλεύομαι

exploitيَسْتَغِلُّvyužítudnytteausbeutenexplotarkäyttää hyväkseenexploiterizrabljivatisfruttare利用する부당하게 이용하다uitbuitenutnyttewykorzystaćaproveitar-se, explorarвоспользоватьсяexploateraเอาเปรียบsömürmekbóc lột剥削 (ekmeta'levome)
ρήμα μεσοπαθητικό (ρήμα)
1. χρησιμοποιώ κπ χωρίς να τον υπολογίζω εκμεταλλεύομαι τη φιλία κάποιου εκμεταλλεύομαι την αθωότητα κάποιου
2. χρησιμοποιώ προς όφελός μου εκμεταλλεύομαι το χρόνο μου εκμεταλλεύομαι τα μέσα τεχνολογίας
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Copyright © 2003-2025 Farlex, Inc Αποποίηση ευθυνών
Ολόκληρο το περιεχόμενο της ιστοσελίδας αυτής, συμπεριλαμβανομένου του λεξικού, του θησαυρού, της λογοτεχνίας, της γεωγραφίας και άλλων στοιχείων αναφοράς, υπάρχει μόνο για πληροφοριακούς λόγους μόνο. Οι πληροφορίες αυτές δεν θα πρέπει να θεωρούνται πλήρεις, ενημερωμένες, και δεν έχουν ως στόχο να χρησιμοποιηθούν στη θέση επίσκεψης, σύσκεψης, ή συμβουλής από κάποιον δικηγόρο, ιατρό ή οποιονδήποτε άλλο επαγγελματία.