επαλείφω

Μεταφράσεις

επαλείφω

يَنْتَشِرُ

επαλείφω

roztáhnout

επαλείφω

sprede

επαλείφω

ausbreiten

επαλείφω

spread

επαλείφω

extender

επαλείφω

levittää

επαλείφω

étaler

επαλείφω

širiti

επαλείφω

stendere

επαλείφω

広げる

επαλείφω

...에 (...을) 펴다

επαλείφω

verspreiden

επαλείφω

spre

επαλείφω

rozłożyć

επαλείφω

espalhar

επαλείφω

распространять

επαλείφω

sprida

επαλείφω

คลี่

επαλείφω

yaymak

επαλείφω

trải ra

επαλείφω

展开
Copyright © 2003-2025 Farlex, Inc Αποποίηση ευθυνών
Ολόκληρο το περιεχόμενο της ιστοσελίδας αυτής, συμπεριλαμβανομένου του λεξικού, του θησαυρού, της λογοτεχνίας, της γεωγραφίας και άλλων στοιχείων αναφοράς, υπάρχει μόνο για πληροφοριακούς λόγους μόνο. Οι πληροφορίες αυτές δεν θα πρέπει να θεωρούνται πλήρεις, ενημερωμένες, και δεν έχουν ως στόχο να χρησιμοποιηθούν στη θέση επίσκεψης, σύσκεψης, ή συμβουλής από κάποιον δικηγόρο, ιατρό ή οποιονδήποτε άλλο επαγγελματία.