επιφανειακός

Μεταφράσεις

επιφανειακός

(epifania'kos) αρσενικό

επιφανειακή

(epifania'ci) θηλυκό

επαφανειακό

superficialسَطْحِيpovrchníoverfladiskoberflächlichsuperficialpinnallinensuperficielpovršansuperficiale表面的な피상적인oppervlakkigoverflatiskpowierzchownysuperficialповерхностныйytligผิวเผิน ไม่ลึกซึ้ง ไม่สำคัญyapayhời hợt表面的שטחית (epifania'ko) ουδέτερο
επίθετο
1. που βρίσκεται στην επιφάνεια επιφανειακά στρώματα
2. μεταφορικά που δεν προχωράει στην ουσία επιφανειακή ανάλυση
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Copyright © 2003-2025 Farlex, Inc Αποποίηση ευθυνών
Ολόκληρο το περιεχόμενο της ιστοσελίδας αυτής, συμπεριλαμβανομένου του λεξικού, του θησαυρού, της λογοτεχνίας, της γεωγραφίας και άλλων στοιχείων αναφοράς, υπάρχει μόνο για πληροφοριακούς λόγους μόνο. Οι πληροφορίες αυτές δεν θα πρέπει να θεωρούνται πλήρεις, ενημερωμένες, και δεν έχουν ως στόχο να χρησιμοποιηθούν στη θέση επίσκεψης, σύσκεψης, ή συμβουλής από κάποιον δικηγόρο, ιατρό ή οποιονδήποτε άλλο επαγγελματία.