εποπτέυω

Μεταφράσεις

εποπτέυω

يُشْرِفُ عَلى

εποπτέυω

dohlížet

εποπτέυω

føre tilsyn med

εποπτέυω

beaufsichtigen

εποπτέυω

supervise

εποπτέυω

supervisar

εποπτέυω

valvoa

εποπτέυω

superviser

εποπτέυω

nadgledati

εποπτέυω

sorvegliare

εποπτέυω

監督する

εποπτέυω

감독하다

εποπτέυω

toezicht houden op

εποπτέυω

veilede

εποπτέυω

nadzorować

εποπτέυω

supervisionar

εποπτέυω

следить

εποπτέυω

övervaka

εποπτέυω

ตรวจตรา

εποπτέυω

denetlemek

εποπτέυω

giám sát

εποπτέυω

指导
Copyright © 2003-2025 Farlex, Inc Αποποίηση ευθυνών
Ολόκληρο το περιεχόμενο της ιστοσελίδας αυτής, συμπεριλαμβανομένου του λεξικού, του θησαυρού, της λογοτεχνίας, της γεωγραφίας και άλλων στοιχείων αναφοράς, υπάρχει μόνο για πληροφοριακούς λόγους μόνο. Οι πληροφορίες αυτές δεν θα πρέπει να θεωρούνται πλήρεις, ενημερωμένες, και δεν έχουν ως στόχο να χρησιμοποιηθούν στη θέση επίσκεψης, σύσκεψης, ή συμβουλής από κάποιον δικηγόρο, ιατρό ή οποιονδήποτε άλλο επαγγελματία.