ετησίως

Μεταφράσεις

ετησίως

annuellement

ετησίως

سَنَوِيّاً

ετησίως

každoročně

ετησίως

årligt

ετησίως

jährlich

ετησίως

annually, yearly

ετησίως

anualmente

ετησίως

vuosittain

ετησίως

godišnje, svake godine

ετησίως

annualmente

ετησίως

年に一度, 年一回

ετησίως

해마다

ετησίως

jaarlijks

ετησίως

årlig

ετησίως

corocznie

ετησίως

anualmente

ετησίως

ежегодно

ετησίως

årligen, varje år

ετησίως

ซึ่งเกิดปีละครั้ง, ปีละครั้ง

ετησίως

her yıl

ετησίως

hàng năm

ετησίως

每年
Copyright © 2003-2025 Farlex, Inc Αποποίηση ευθυνών
Ολόκληρο το περιεχόμενο της ιστοσελίδας αυτής, συμπεριλαμβανομένου του λεξικού, του θησαυρού, της λογοτεχνίας, της γεωγραφίας και άλλων στοιχείων αναφοράς, υπάρχει μόνο για πληροφοριακούς λόγους μόνο. Οι πληροφορίες αυτές δεν θα πρέπει να θεωρούνται πλήρεις, ενημερωμένες, και δεν έχουν ως στόχο να χρησιμοποιηθούν στη θέση επίσκεψης, σύσκεψης, ή συμβουλής από κάποιον δικηγόρο, ιατρό ή οποιονδήποτε άλλο επαγγελματία.