θερίζω

Μεταφράσεις

θερίζω

mow, harvest, reapmoissonner, tondreيَقْطَعُ الْأعْشَابَsekatslåmähencortar, segarleikata ruohoakosititagliare l’erba刈る베다maaienslåskosićcortar, mowкоситьklippaตัดหญ้าçim biçmekcắt cỏ割草 (θe'rizo)
ρήμα μεταβατικό (ρήμα)
1. μαζεύω τη σοδειά θερίζω το σιτάρι
2. μεταφορικά εξοντώνω Το κρύο τους θέρισε.
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Copyright © 2003-2025 Farlex, Inc Αποποίηση ευθυνών
Ολόκληρο το περιεχόμενο της ιστοσελίδας αυτής, συμπεριλαμβανομένου του λεξικού, του θησαυρού, της λογοτεχνίας, της γεωγραφίας και άλλων στοιχείων αναφοράς, υπάρχει μόνο για πληροφοριακούς λόγους μόνο. Οι πληροφορίες αυτές δεν θα πρέπει να θεωρούνται πλήρεις, ενημερωμένες, και δεν έχουν ως στόχο να χρησιμοποιηθούν στη θέση επίσκεψης, σύσκεψης, ή συμβουλής από κάποιον δικηγόρο, ιατρό ή οποιονδήποτε άλλο επαγγελματία.