θεραπεία

Μεταφράσεις

θεραπεία

therapy, treatment, curecure, traitementشِفَاءlékkurHeilungcura, tratamientoparannuskeinolijekcura治療치료geneesmiddelkurkuracjacura, tratamentoлечениеbotemedelการรักษาtedavisự chữa bệnh治愈, 治疗лечение治療 (θera'pia)
ουσιαστικό θηλυκό
1. αντιμετώπιση αρρώστιας αποτελεσματική θεραπεία
2. καλυτέρευση της υγείας θεαματική θεραπεία
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Copyright © 2003-2025 Farlex, Inc Αποποίηση ευθυνών
Ολόκληρο το περιεχόμενο της ιστοσελίδας αυτής, συμπεριλαμβανομένου του λεξικού, του θησαυρού, της λογοτεχνίας, της γεωγραφίας και άλλων στοιχείων αναφοράς, υπάρχει μόνο για πληροφοριακούς λόγους μόνο. Οι πληροφορίες αυτές δεν θα πρέπει να θεωρούνται πλήρεις, ενημερωμένες, και δεν έχουν ως στόχο να χρησιμοποιηθούν στη θέση επίσκεψης, σύσκεψης, ή συμβουλής από κάποιον δικηγόρο, ιατρό ή οποιονδήποτε άλλο επαγγελματία.