κρίση

Μεταφράσεις

κρίση

judgment, judgement, slump, crisisjugement, criseأَزْمَةkrizekriseKrisecrisiskriisikrizacrisi重大局面위기crisiskrisekryzyscriseкризисkrisช่วงวิกฤตkrizcuộc khủng hoảng危机 ('krisi)
ουσιαστικό θηλυκό
1. ικανότητα ανάλυσης και σύνθεσης έχω (καλή) κρίση
2. αξιολόγηση, κριτική βγάζω κρίση
3. δύσκολη στιγμή οικονομική κρίση περνάμε κρίση
4. ιατρική παθολογική έξαρση κρίση επιληψίας
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Copyright © 2003-2025 Farlex, Inc Αποποίηση ευθυνών
Ολόκληρο το περιεχόμενο της ιστοσελίδας αυτής, συμπεριλαμβανομένου του λεξικού, του θησαυρού, της λογοτεχνίας, της γεωγραφίας και άλλων στοιχείων αναφοράς, υπάρχει μόνο για πληροφοριακούς λόγους μόνο. Οι πληροφορίες αυτές δεν θα πρέπει να θεωρούνται πλήρεις, ενημερωμένες, και δεν έχουν ως στόχο να χρησιμοποιηθούν στη θέση επίσκεψης, σύσκεψης, ή συμβουλής από κάποιον δικηγόρο, ιατρό ή οποιονδήποτε άλλο επαγγελματία.