με

Μεταφράσεις

με

ambmed, migmit, michwith, me, ro, toavec, moimeðcon, mimed, megcom, memed, migإليَّ, مَعَmě, scon, mekanssa, minä, not usedmene, s・・・と一緒に, ・・・を持った, 私を...과 함께, ~을 가진, 나를met, mijmnie, zмне, меня, мной, сฉัน, ที่มี, ร่วมกับben, iletôi, với, , сעם (me)
πρόθεση
1. μαζί πάω με κπ
2. δηλώνει τρόπο αγοράζω κτ με το κιλό κάνω κτ με χαρά
3. μέσο, όργανο ταξιδεύω με πλοίο κόβω κτ με (το) μαχαίρι
4. δηλώνει αιτία Ευχαριστήθηκα με το δώρο.
5. δηλώνει σχέση μοιάζω με κπ τσακώνομαι με κπ συμφωνώ με κπ
6. δηλώνει πρόσθετο χαρακτηριστικό ο άντρας με το καπέλο το κορίτσι με τα μαύρα μάτια άντρας με περιουσία
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Collins Multilingual Translator © HarperCollins Publishers 2009
Copyright © 2003-2025 Farlex, Inc Αποποίηση ευθυνών
Ολόκληρο το περιεχόμενο της ιστοσελίδας αυτής, συμπεριλαμβανομένου του λεξικού, του θησαυρού, της λογοτεχνίας, της γεωγραφίας και άλλων στοιχείων αναφοράς, υπάρχει μόνο για πληροφοριακούς λόγους μόνο. Οι πληροφορίες αυτές δεν θα πρέπει να θεωρούνται πλήρεις, ενημερωμένες, και δεν έχουν ως στόχο να χρησιμοποιηθούν στη θέση επίσκεψης, σύσκεψης, ή συμβουλής από κάποιον δικηγόρο, ιατρό ή οποιονδήποτε άλλο επαγγελματία.