μπλοκάρω

Μεταφράσεις

μπλοκάρω

(blo'karo)
ρήμα μεταβατικό (ρήμα)
1. κάνω κτ να σκαλώσει μπλοκάρω την πόρτα
2. εμποδίζω το πέρασμα μπλοκάρω το δρόμο
3. μεταφορικά παγώνω, εμποδίζω κτ να συνεχιστεί μπλοκάρω ένα πρόγραμμα

μπλοκάρω

blockbloquerbloqueBlockbloccoблокblokblocoكتلةblokблокblokblokブロック블록block
ρήμα αμετάβατο (ρήμα)
κολλάω
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Copyright © 2003-2025 Farlex, Inc Αποποίηση ευθυνών
Ολόκληρο το περιεχόμενο της ιστοσελίδας αυτής, συμπεριλαμβανομένου του λεξικού, του θησαυρού, της λογοτεχνίας, της γεωγραφίας και άλλων στοιχείων αναφοράς, υπάρχει μόνο για πληροφοριακούς λόγους μόνο. Οι πληροφορίες αυτές δεν θα πρέπει να θεωρούνται πλήρεις, ενημερωμένες, και δεν έχουν ως στόχο να χρησιμοποιηθούν στη θέση επίσκεψης, σύσκεψης, ή συμβουλής από κάποιον δικηγόρο, ιατρό ή οποιονδήποτε άλλο επαγγελματία.