πλέκω

Μεταφράσεις

πλέκω

tricoterknit, braidيَنْسِجُpléststrikkestrickenhacer punto, tejerneuloaplestilavorare a maglia編む...을 뜨다breienstrikkerobić na drutachtricotarвязатьstickaถักörmekđan编织 ('pleko)
ρήμα μεταβατικό (ρήμα)
κατασκευάζω ρούχο ή άλλο αντικείμενο με νήμα ή άλλο υλικό πλέκω ζακέτα πλέκω καλάθι πλέκω τα μαλλιά μου κοτσίδα
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Copyright © 2003-2025 Farlex, Inc Αποποίηση ευθυνών
Ολόκληρο το περιεχόμενο της ιστοσελίδας αυτής, συμπεριλαμβανομένου του λεξικού, του θησαυρού, της λογοτεχνίας, της γεωγραφίας και άλλων στοιχείων αναφοράς, υπάρχει μόνο για πληροφοριακούς λόγους μόνο. Οι πληροφορίες αυτές δεν θα πρέπει να θεωρούνται πλήρεις, ενημερωμένες, και δεν έχουν ως στόχο να χρησιμοποιηθούν στη θέση επίσκεψης, σύσκεψης, ή συμβουλής από κάποιον δικηγόρο, ιατρό ή οποιονδήποτε άλλο επαγγελματία.