πλειοδοτώ

Μεταφράσεις

πλειοδοτώ

يُزايدُ

πλειοδοτώ

nabídnout

πλειοδοτώ

byde

πλειοδοτώ

bieten

πλειοδοτώ

bid

πλειοδοτώ

ofertar, pujar

πλειοδοτώ

tarjota

πλειοδοτώ

faire une offre

πλειοδοτώ

licitirati

πλειοδοτώ

fare un’offerta

πλειοδοτώ

入札する

πλειοδοτώ

입찰하다

πλειοδοτώ

bieden

πλειοδοτώ

gi bud

πλειοδοτώ

zalicytować

πλειοδοτώ

fazer um lance

πλειοδοτώ

участвовать в торге

πλειοδοτώ

bjuda

πλειοδοτώ

ประมูล

πλειοδοτώ

fiyat vermek

πλειοδοτώ

trả giá

πλειοδοτώ

竞价
Copyright © 2003-2025 Farlex, Inc Αποποίηση ευθυνών
Ολόκληρο το περιεχόμενο της ιστοσελίδας αυτής, συμπεριλαμβανομένου του λεξικού, του θησαυρού, της λογοτεχνίας, της γεωγραφίας και άλλων στοιχείων αναφοράς, υπάρχει μόνο για πληροφοριακούς λόγους μόνο. Οι πληροφορίες αυτές δεν θα πρέπει να θεωρούνται πλήρεις, ενημερωμένες, και δεν έχουν ως στόχο να χρησιμοποιηθούν στη θέση επίσκεψης, σύσκεψης, ή συμβουλής από κάποιον δικηγόρο, ιατρό ή οποιονδήποτε άλλο επαγγελματία.