πολιτικός

Μεταφράσεις

πολιτικός

(politi'kos) αρσενικό

πολιτική

(politi'ci) θηλυκό

πολιτικό

(politi'ko) ουδέτερο
επίθετο
1. σχετικός με την πολιτική πολιτικό θέμα πολιτικός αρχηγός πολιτική εφημερίδα
2. σχετικός με τον πολίτη πολιτικά δικαιώματα

πολιτικός

politician, political, civilian, statesmancivilapoliticien, politique, civil, civiquePolitiker, politischسِيَّاسِيّpolitický, politikpolitiker, politiskpolíticopoliitikko, poliittinenpolitičar, političkipolitico政治の, 政治家정치가, 정치적인politicus, politiekpolitiker, politiskpolityczny, politykpolíticoполитик, политическийpolitiker, politiskที่เกี่ยวกับการเมือง, นักการเมืองpolitik, politikacıchính trị, chính trị gia政治家, 政治的
ουσιαστικό αρσενικό-θηλυκό
πρόσωπο που ασχολείται ενεργά με την πολιτική
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Copyright © 2003-2025 Farlex, Inc Αποποίηση ευθυνών
Ολόκληρο το περιεχόμενο της ιστοσελίδας αυτής, συμπεριλαμβανομένου του λεξικού, του θησαυρού, της λογοτεχνίας, της γεωγραφίας και άλλων στοιχείων αναφοράς, υπάρχει μόνο για πληροφοριακούς λόγους μόνο. Οι πληροφορίες αυτές δεν θα πρέπει να θεωρούνται πλήρεις, ενημερωμένες, και δεν έχουν ως στόχο να χρησιμοποιηθούν στη θέση επίσκεψης, σύσκεψης, ή συμβουλής από κάποιον δικηγόρο, ιατρό ή οποιονδήποτε άλλο επαγγελματία.