πρώτος

Μεταφράσεις

πρώτος

('protos) αρσενικό

πρώτη

('proti) θηλυκό

πρώτο

първиfirst, prime, foremost, primary, earlyprimo, etapa temprana, primeropremier, au début deprimaprimo, primi素, 初期の, 最初の소, 첫 번째의, 초기의primusprimo, início, primeiro, princípiosпервый, просто, начальныйأَوَّل, مُبَكِّرprvní, ranýførst, tidliganfang, ersteralussa, ensimmäinenprvi, ranieerste, vroegførste, tidligpierwszy, wczesnyförste, tidigช่วงต้น แต่แรก, ที่หนึ่งbaşında, ilkđầu tiên, sớm早的, 第一的 ('proto) ουδέτερο
επίθετο
1. που προηγείται Είναι πρώτος στη σειρά. πρώτη φοράμέρα
2. ο πιο σημαντικός, αναγκαίος Aυτή είναι η πρώτη μου έννοια.
άμεση βοήθεια σε έκτακτα περιστατικά
τα βασικά είδη
3. ο καλύτερος o πρώτος μαθητής o πρώτος στην τάξη
4. βιαστικός, πρόχειρος Έρριξα μία πρώτη ματιά.
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Copyright © 2003-2025 Farlex, Inc Αποποίηση ευθυνών
Ολόκληρο το περιεχόμενο της ιστοσελίδας αυτής, συμπεριλαμβανομένου του λεξικού, του θησαυρού, της λογοτεχνίας, της γεωγραφίας και άλλων στοιχείων αναφοράς, υπάρχει μόνο για πληροφοριακούς λόγους μόνο. Οι πληροφορίες αυτές δεν θα πρέπει να θεωρούνται πλήρεις, ενημερωμένες, και δεν έχουν ως στόχο να χρησιμοποιηθούν στη θέση επίσκεψης, σύσκεψης, ή συμβουλής από κάποιον δικηγόρο, ιατρό ή οποιονδήποτε άλλο επαγγελματία.