πώληση

Μεταφράσεις

πώληση

venteverkoopsaleبَيْعprodejsalgVerkaufventamyyntiprodajavendita販売판매salgsprzedażvendaпродажаreaการขายsatışsự bán销售, 出售出售מכירה ('polisi)
ουσιαστικό θηλυκό
η διαδικασία κατά την οποία κπ πουλάει κτ τμήμα πωλήσεων
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Copyright © 2003-2025 Farlex, Inc Αποποίηση ευθυνών
Ολόκληρο το περιεχόμενο της ιστοσελίδας αυτής, συμπεριλαμβανομένου του λεξικού, του θησαυρού, της λογοτεχνίας, της γεωγραφίας και άλλων στοιχείων αναφοράς, υπάρχει μόνο για πληροφοριακούς λόγους μόνο. Οι πληροφορίες αυτές δεν θα πρέπει να θεωρούνται πλήρεις, ενημερωμένες, και δεν έχουν ως στόχο να χρησιμοποιηθούν στη θέση επίσκεψης, σύσκεψης, ή συμβουλής από κάποιον δικηγόρο, ιατρό ή οποιονδήποτε άλλο επαγγελματία.