συγκρούομαι

Μεταφράσεις

συγκρούομαι

collide, crash, conflict, clashيَتَحَطَّمُ, يَتَصَادَمُ, يَصْطَدِمُhavarovat, nesouhlasit, srazit seforulykke, kollidere, støde sammenkollidieren, verunglücken, zusammenstoßenchocar, colisionar, estar en conflicto, estrellartörmätä, törmätä yhteenentrer en collision, s’affronter, s’écrasersudariti se, sukobiti seentrare in collisione, scontrarsi衝突する꽝하고 박살나다, 충돌하다botsen, slaags rakenkollidere, krasjerozbić się, zderzyć siębater contra, chocar-se, colidir, envolver-se em confrontos, espatifar-seразбить, сталкиватьсяbraka, kollideraขัดแย้ง, ชนอย่างแรง, ปะทะกันçarpılmak, çarpışmak, çatışmakđâm mạnh, va chạm冲突, 坠毁, 碰撞 (siŋ'gruome)
ρήμα μεσοπαθητικό (ρήμα)
1. τρακάρω Δύο τρένα συγκρούστηκαν.
2. έρχομαι σε αντίθεση Τα συμφέροντά μας συγκρούονται συχνά.
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Copyright © 2003-2025 Farlex, Inc Αποποίηση ευθυνών
Ολόκληρο το περιεχόμενο της ιστοσελίδας αυτής, συμπεριλαμβανομένου του λεξικού, του θησαυρού, της λογοτεχνίας, της γεωγραφίας και άλλων στοιχείων αναφοράς, υπάρχει μόνο για πληροφοριακούς λόγους μόνο. Οι πληροφορίες αυτές δεν θα πρέπει να θεωρούνται πλήρεις, ενημερωμένες, και δεν έχουν ως στόχο να χρησιμοποιηθούν στη θέση επίσκεψης, σύσκεψης, ή συμβουλής από κάποιον δικηγόρο, ιατρό ή οποιονδήποτε άλλο επαγγελματία.