συμμερίζομαι

Μεταφράσεις

συμμερίζομαι

share, sympathizepartager, plaindreيَتَعَاطَفُmít porozuměnívise forståelse formitfühlencompadecer, simpatizartuntea sympatiaasuosjećatisimpatizzare同情する동정하다sympathiserenha medfølelse medwspółczućcompadecer-seсочувствоватьsympatiseraเห็นใจhalden anlamakthông cảm同情 (sime'rizome)
ρήμα μεσοπαθητικό (ρήμα)
1. καταλαβαίνω, μπαίνω στη θέση κάποιου Συμμερίζομαι τις ανησυχίες σου. συμμερίζομαι κπτη δυστυχία κάποιου
2. συμφωνώ με κτ συμμερίζομαι τις απόψεις κάποιου
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Copyright © 2003-2025 Farlex, Inc Αποποίηση ευθυνών
Ολόκληρο το περιεχόμενο της ιστοσελίδας αυτής, συμπεριλαμβανομένου του λεξικού, του θησαυρού, της λογοτεχνίας, της γεωγραφίας και άλλων στοιχείων αναφοράς, υπάρχει μόνο για πληροφοριακούς λόγους μόνο. Οι πληροφορίες αυτές δεν θα πρέπει να θεωρούνται πλήρεις, ενημερωμένες, και δεν έχουν ως στόχο να χρησιμοποιηθούν στη θέση επίσκεψης, σύσκεψης, ή συμβουλής από κάποιον δικηγόρο, ιατρό ή οποιονδήποτε άλλο επαγγελματία.