σύρμα

Μεταφράσεις

σύρμα

wire, whiskسِلْكdrátwireDrahtalambrevaijerifil électriquežicafilo metallico針金철사metaalkabelståltråddrutarameпроводledningลวดteldây kim loại电线 ('sirma)
ουσιαστικό ουδέτερο
1. μεταλλικό νήμα στερεώνω κτ με σύρμα
2. ηλεκτρικό καλώδιο σε κολόνα κολόνες με ηλεκτρικά σύρματα
3. το συρμάτινο σφουγγάρι καθαρίζω κατσαρόλες με το σύρμα
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Copyright © 2003-2025 Farlex, Inc Αποποίηση ευθυνών
Ολόκληρο το περιεχόμενο της ιστοσελίδας αυτής, συμπεριλαμβανομένου του λεξικού, του θησαυρού, της λογοτεχνίας, της γεωγραφίας και άλλων στοιχείων αναφοράς, υπάρχει μόνο για πληροφοριακούς λόγους μόνο. Οι πληροφορίες αυτές δεν θα πρέπει να θεωρούνται πλήρεις, ενημερωμένες, και δεν έχουν ως στόχο να χρησιμοποιηθούν στη θέση επίσκεψης, σύσκεψης, ή συμβουλής από κάποιον δικηγόρο, ιατρό ή οποιονδήποτε άλλο επαγγελματία.