τολμώ

Μεταφράσεις

τολμώ

dare, venture

τολμώ

oser

τολμώ

يَجْرُؤُ

τολμώ

troufnout si

τολμώ

vove

τολμώ

wagen

τολμώ

atreverse

τολμώ

uskaltaa

τολμώ

usuditi se

τολμώ

osare

τολμώ

思い切って・・・する

τολμώ

감히 ...하다

τολμώ

durven

τολμώ

våge

τολμώ

ośmielić się

τολμώ

ousar

τολμώ

осмеливаться

τολμώ

våga

τολμώ

กล้า

τολμώ

cüret etmek

τολμώ

dám

τολμώ

敢于
Copyright © 2003-2025 Farlex, Inc Αποποίηση ευθυνών
Ολόκληρο το περιεχόμενο της ιστοσελίδας αυτής, συμπεριλαμβανομένου του λεξικού, του θησαυρού, της λογοτεχνίας, της γεωγραφίας και άλλων στοιχείων αναφοράς, υπάρχει μόνο για πληροφοριακούς λόγους μόνο. Οι πληροφορίες αυτές δεν θα πρέπει να θεωρούνται πλήρεις, ενημερωμένες, και δεν έχουν ως στόχο να χρησιμοποιηθούν στη θέση επίσκεψης, σύσκεψης, ή συμβουλής από κάποιον δικηγόρο, ιατρό ή οποιονδήποτε άλλο επαγγελματία.