φουσκωτός

Μεταφράσεις

φουσκωτός

(fusko'tos) αρσενικό

φουσκωτή

(fusko'ti) θηλυκό

φουσκωτό

inflatableقَابِلٌ لِلْنَفْخِnafukovacíoppusteligaufblasbarhinchable, inflable, hinchadailmalla täytettävägonflablena napuhavanjegonfiabile膨らませることのできる부풀릴 수 있는opblaasbaaroppblåsbardmuchanyinflável, insuflávelнадувнойuppblåsbarที่ทำให้พองได้şişirilebilircó thể bơm phồng可膨胀的 (fusko'to) ουδέτερο
επίθετο
που φουσκώνει και ξεφουσκώνει φουσκωτή βάρκα φουσκωτό στρώμα
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Copyright © 2003-2025 Farlex, Inc Αποποίηση ευθυνών
Ολόκληρο το περιεχόμενο της ιστοσελίδας αυτής, συμπεριλαμβανομένου του λεξικού, του θησαυρού, της λογοτεχνίας, της γεωγραφίας και άλλων στοιχείων αναφοράς, υπάρχει μόνο για πληροφοριακούς λόγους μόνο. Οι πληροφορίες αυτές δεν θα πρέπει να θεωρούνται πλήρεις, ενημερωμένες, και δεν έχουν ως στόχο να χρησιμοποιηθούν στη θέση επίσκεψης, σύσκεψης, ή συμβουλής από κάποιον δικηγόρο, ιατρό ή οποιονδήποτε άλλο επαγγελματία.