ψάχνω

Μεταφράσεις

ψάχνω

suchensearch, delve, seekchercher, fouillerيُفَتِّشُpátratsøgebuscaretsiätragaticercare捜索する검색하다zoekenransakeposzukaćprocurarискатьsökaค้นหาaramaklục soát搜索 ('psaxno)
ρήμα μεταβατικό (ρήμα)
1. ερευνώ Ψάχνω τη διεύθυνσή του. Έψαξα όλο του το δωμάτιο.
2. αναζητώ ψάχνω τα πράγματά μου Σε ψάχνω εδώ και ώρα.
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Copyright © 2003-2025 Farlex, Inc Αποποίηση ευθυνών
Ολόκληρο το περιεχόμενο της ιστοσελίδας αυτής, συμπεριλαμβανομένου του λεξικού, του θησαυρού, της λογοτεχνίας, της γεωγραφίας και άλλων στοιχείων αναφοράς, υπάρχει μόνο για πληροφοριακούς λόγους μόνο. Οι πληροφορίες αυτές δεν θα πρέπει να θεωρούνται πλήρεις, ενημερωμένες, και δεν έχουν ως στόχο να χρησιμοποιηθούν στη θέση επίσκεψης, σύσκεψης, ή συμβουλής από κάποιον δικηγόρο, ιατρό ή οποιονδήποτε άλλο επαγγελματία.