θλιμμένος

Μεταφράσεις

θλιμμένος

(θli'menos) αρσενικό

θλιμμένη

(θli'meni) θηλυκό

θλιμμένο

depressed, sadabătutحَزينdeprimovanýdeprimeretdeprimiertdeprimidomasentunutdéprimédeprimirandepresso意気消沈した기운이 없는depressiefnedtryktprzygnębionydeprimidoугнетенныйdeprimeradหดหู่canı sıkkınchán nản抑郁的 (θli'meno) ουδέτερο
επίθετο
λυπημένος θλιμμένο ύφος
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Copyright © 2003-2025 Farlex, Inc Αποποίηση ευθυνών
Ολόκληρο το περιεχόμενο της ιστοσελίδας αυτής, συμπεριλαμβανομένου του λεξικού, του θησαυρού, της λογοτεχνίας, της γεωγραφίας και άλλων στοιχείων αναφοράς, υπάρχει μόνο για πληροφοριακούς λόγους μόνο. Οι πληροφορίες αυτές δεν θα πρέπει να θεωρούνται πλήρεις, ενημερωμένες, και δεν έχουν ως στόχο να χρησιμοποιηθούν στη θέση επίσκεψης, σύσκεψης, ή συμβουλής από κάποιον δικηγόρο, ιατρό ή οποιονδήποτε άλλο επαγγελματία.