κατάληψη

Μεταφράσεις

κατάληψη

occupationاحْتِلَالٌokupaceokkupationInbesitznahmeocupaciónmiehitysoccupationokupacijaoccupazione占領점령bezettingokkupasjonokupacjainvasão, ocupaçãoоккупацияockupationการยึดครองişgalsự chiếm đóng占领, 职业職業 (ka'talipsi)
ουσιαστικό θηλυκό
κυρίευση η κατάληψη κτιρίου
μένω παράνομα σε ακατοίκητο κτίριο
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Copyright © 2003-2025 Farlex, Inc Αποποίηση ευθυνών
Ολόκληρο το περιεχόμενο της ιστοσελίδας αυτής, συμπεριλαμβανομένου του λεξικού, του θησαυρού, της λογοτεχνίας, της γεωγραφίας και άλλων στοιχείων αναφοράς, υπάρχει μόνο για πληροφοριακούς λόγους μόνο. Οι πληροφορίες αυτές δεν θα πρέπει να θεωρούνται πλήρεις, ενημερωμένες, και δεν έχουν ως στόχο να χρησιμοποιηθούν στη θέση επίσκεψης, σύσκεψης, ή συμβουλής από κάποιον δικηγόρο, ιατρό ή οποιονδήποτε άλλο επαγγελματία.