Βελεστίνον - ορισμός του Βελεστίνον από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%92%ce%b5%ce%bb%ce%b5%cf%83%cf%84%ce%af%ce%bd%ce%bf%ce%bd
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.656.756.795
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
Βελεστίνον
Μεταφράσεις
Βελεστίνον
Velestino
Πλοηγός λέξεων
?
▲
βδελυρός
βδομάδα
βδομαδιάτικη
βδομαδιάτικο
βδομαδιάτικος
βέβαια
βέβαιη
βέβαιο
βέβαιος
βεβαιότητα
βεβαιώνομαι
βεβαιώνω
βεβαίως
βεβαίωση
βέβηλος
βεβηλώνω
βεβηλωτής
βεγόνια
βεδουίνος
βεζίρης
βελάζω
βελάκι
βελάκια
βελανίδι
βελανιδιά
Βελγίδα
βελγικός
Βέλγιο
Βέλγος
Βελεστίνο
Βελεστίνον
Βελζεβούλης
Βελιγράδι
βελιτώνω
βελόνα
βελόνα πλεξίματος
βελονάκι
βελονιά
βελονισμός
βέλος
βελούδινη
βελούδινο
βελούδινος
βελούδο
βέλτιστος
βελτιώνομαι
βελτιώνω
βελτίωση
βελώνα
βένδα
Βενεζουέλα
βενεζουελανός
Βενετία
βενετική γλώσσα
βενετσιάνικος
Βενετσιάνος
βενζινάδικο
βενζινάκατος
βενζίνη
βενζόλιο
βεντάλια
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close