Νορβηγία - ορισμός του Νορβηγία από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%9d%ce%bf%cf%81%ce%b2%ce%b7%ce%b3%ce%af%ce%b1
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.721.571.744
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
Νορβηγία
Μεταφράσεις
Νορβηγία
Norsko
Νορβηγία
Norwegen
Νορβηγία
Norway
Νορβηγία
Norja
Νορβηγία
Norvège
Νορβηγία
Nórsko
Νορβηγία
Norveška
Νορβηγία
الْنَرْوِيجُ
Νορβηγία
Norge
Νορβηγία
Noruega
Νορβηγία
Norveška
Νορβηγία
Norvegia
Νορβηγία
ノルウェー
Νορβηγία
노르웨이
Νορβηγία
Noorwegen
Νορβηγία
Norge
Νορβηγία
Norwegia
Νορβηγία
Noruega
Νορβηγία
Норвегия
Νορβηγία
Norge
Νορβηγία
ประเทศนอร์เวย์
Νορβηγία
Norveç
Νορβηγία
nước Nauy
Νορβηγία
挪威
Πλοηγός λέξεων
?
▲
νομιμόφρων
νόμισμα
νομισματική ανάλυση
νομισματική ζώνη
νομισματική κρίση
νομισματική πολιτική
νομισματικό σύστημα
νομισματικός
νομισματοκοπείο
νομισματολογικός
νομισματολόγος
νομοθεσία
νομοθέτης
νομοθετική
νομοθετικό
νομοθετικός
νομοθετώ
νομολογία
νομός
νόμος
νομοσχέδιο
νομοταγές
νομοταγής
Νόμπελ
νομπέλιο
νονά
νόνι
νονός
νονός της νύχτας
νοοτροπία
Νορβηγία
νορβηγικά
νορβηγικός
Νορβηγός
νόρμα
Νορμανδία
νοσηλεία
νοσηλεύομαι
νοσηλευτήριο
νοσηλευτής
νοσηλεύτρια
νοσηρός
νοσοκόμα
νοσοκομειακή
νοσοκομειακό
νοσοκομειακός
νοσοκομείο
νοσοκόμος
νοσός
νόσος
Νόσος Αλτσχάιμερ
νοσταλγία
νοσταλγός
νοσταλγώ
νοστιμεύω
νόστιμη
νοστιμιά
νοστιμίζω
νόστιμο
νόστιμος
νόστος
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close