Ομάν - ορισμός του Ομάν από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%9f%ce%bc%ce%ac%ce%bd
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.739.878.544
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
Ομάν
Μεταφράσεις
Ομάν
Oman
Ομάν
Oman
Ομάν
عُمَّانٌ
Ομάν
Omán
Ομάν
Oman
Ομάν
Oman
Ομάν
Omán
Ομάν
Oman
Ομάν
Oman
Ομάν
Oman
Ομάν
オマーン
Ομάν
오만
Ομάν
Oman
Ομάν
Oman
Ομάν
Oman
Ομάν
Omã
Ομάν
Оман
Ομάν
Oman
Ομάν
ประเทศโอมาน
Ομάν
Umman
Ομάν
nước Oman
Ομάν
阿曼
Πλοηγός λέξεων
?
▲
ολότητα
ολοφάνερη
ολοφάνερο
ολοφάνερος
ολόχρυση
ολόχρυσο
ολόχρυσος
ολόψυχα
Όλστερ
Ολυμπία
ολυμπιάδα
ολυμπιακή
ολυμπιακό
Ολυμπιακοί Αγώνες
ολυμπιακός
ολύμπιος
Όλυμπος
ολωσδιόλου
ομάδα
ομάδα αίματος
ομάδα διάσωσης
ομάδα παιχνιδιού
ομαδική
ομαδικό
ομαδικός
ομαδοποίηση
ομαδοποιώ
ομαλή
ομαλό
ομαλός
Ομάν
ομελέτα
ομήγυρη
ομηρικός
όμηρος
όμικρον
ομιλητής
ομιλητική
ομιλητικό
ομιλητικός
ομιλήτρια
ομιλία
όμιλος
ομίχλη
ομιχλώδης
ομοαξονικός
ομογενής
ομογονεϊκός
ομογονεϊκότητα
ομογραφικός
όμοια
ομοιο-
όμοιο
ομοιογένεια
ομοιογενές
ομοιογενής
ομοιογενώς
ομοιοκαταληξία
ομοιόμορφη
ομοιομορφία
ομοιομορφισμός
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close