Ωρολόγιον - ορισμός του Ωρολόγιον από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%a9%cf%81%ce%bf%ce%bb%cf%8c%ce%b3%ce%b9%ce%bf%ce%bd
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.651.547.573
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
Ωρολόγιον
Μεταφράσεις
Ωρολόγιον
Rellotge
Ωρολόγιον
Hodiny
Ωρολόγιον
Uret
Ωρολόγιον
Pendeluhr
Ωρολόγιον
Horologium
Ωρολόγιον
Horloĝo
Ωρολόγιον
Horologium
Ωρολόγιον
Heilurikello
Ωρολόγιον
Horloge
Ωρολόγιον
Sat
Ωρολόγιον
Ingaóra
Ωρολόγιον
Orologio
Ωρολόγιον
とけい座
Ωρολόγιον
시계자리
Ωρολόγιον
Horologium
Ωρολόγιον
Laikrodis
Ωρολόγιον
Slingeruurwerk
Ωρολόγιον
Zegar
Ωρολόγιον
Horologium
Ωρολόγιον
Часы
Ωρολόγιον
Hodiny
Ωρολόγιον
Pendeluret
Ωρολόγιον
กลุ่มดาวนาฬิกา
Ωρολόγιον
Horologium
Ωρολόγιον
时钟座
Πλοηγός λέξεων
?
▲
ώρα ψυχαγωγίας
ωραία
ωραίο
ωραιοπάθεια
ωραιοπαθές
ωραιοπαθής
ωραιοποιώ
ωραίος
ωραιότατος
ωραιότητα
ωράριο
ώρες αιχμής
ώρες γραφείου
ώρες επισκεπτηρίου
ώρες λειτουργίας
ωριαία
ωριαία άτρακτος
ωριαίος
ώριμα
ωριμάζω
ωρίμαση
ώριμη
ώριμο
ώριμος
ωριμότητα
Ωρίων
ωρολογάς
ωρολογιακή βόμβα
ωρολόγιο
ωρολόγιο πρόγραμμα
Ωρολόγιον
ωρολογοποιείο
ωρολογοποιία
ωρομίσθιο
ωροσκόπιο
ωρύομαι
Ώρχους
ως
ως εκ τούτου
ωσαννά
Ωσηέ
ώσμωση
ωσότου
ώσπου
ώστε
ωστενίτης
ωστόσο
ωτακουστής
ωτακουστώ
ωταλγία
ωτασπίδα
ωτασπίδες
ωτίτιδα
ωτοασπίδα
ωτορινολαρυγγολόγος
ωτοσκώληκας
ωφελεί
ωφέλεια
ωφέλιμη
ωφελιμισμός
ωφελιμιστής
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close