Άγουστος - ορισμός του άγουστος από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%ac%ce%b3%ce%bf%cf%85%cf%83%cf%84%ce%bf%cf%82
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
11.393.405.339
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google+
Yahoo
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
άγουστος
Μεταφράσεις
άγουστος
(
'aɣustos
)
αρσενικό
άγουστη
(
'aɣusti
)
θηλυκό
άγουστο
tasteless
(
'aɣusto
)
ουδέτερο
επίθετο
κακόγουστος
de mauvais goût
άγουστα ρούχα
des vêtements de mauvais goût
άγουστο αστείο
une plaisanterie de mauvais goût
Πλοηγός λέξεων
?
▲
αγορά
Αγορά εισιτηρίων
Αγορά τροφίμων
αγοράζω
αγοραίο αυτοκίνητο
αγοραίος
αγορακι
αγοράξω
αγορασμένος
αγοραστής
αγοραστική δύναμη
αγοράστρια
αγοραφοβία
Αγορές
Αγορές ρούχων
αγορεύω
αγόρι
αγορίστικη
αγορίστικο
αγορίστικος
αγορίστικός
αγοροκόριτσο
άγουρη
άγουρο
αγουροξυπνημένη
αγουροξυπνημένο
αγουροξυπνημένος
άγουρος
άγουστη
άγουστο
άγουστος
αγράμματη
αγράμματο
αγράμματος
αγραμματοσύνη
άγραφος
άγραφτος
αγρέλλιν
άγριo
άγρια
άγρια φύση
αγριάδα
αγριάνθρωπος
αγριεμένη
αγριεμένο
αγριεμένος
αγριεύομαι
αγριεύω
αγρίμι
Αγρίνιο
αγριόγατα
αγριόγιδο
αγριογούρουνο
αγριοκοίταγμα
αγριοκοιτάζω
αγριοκοιτώ
αγριόκοτα
αγριόκουρκος
αγριομολόχα
αγριομυρτιά
αγριόπαπια
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close