Άλλο - ορισμός του άλλο από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%ac%ce%bb%ce%bb%ce%bf
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.599.223.108
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
άλλο
Μεταφράσεις
άλλο
(
'alo
)
επίρρημα
περισσότερο
plus
Δε θα δουλέψω άλλο.
Je ne travaillerai plus.
Δεν πεινάω άλλο.
Je n'ai plus faim.
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Πλοηγός λέξεων
?
▲
αλληγορία
αλληγορικά
αλληγορικός
αλλήθωρη
αλληθωρίζω
αλλήθωρο
αλλήθωρος
αλληλεγγύη
αλληλέγγυος
αλληλένδετη
αλληλένδετο
αλληλένδετος
αλληλεξάρτηση
αλληλεπίδραση
αλληλεπιδρώ
αλληλεπιδρών
αλληλογραφία
αλληλογραφώ
αλληλοεπίδραση
αλληλόμορφο γονίδιο
αλληλοσκοτώνομαι
αλληλοσυνδέω
Αλληλούια
αλληλουχία
αλλιγάτορας
αλλιώς
αλλιώτικα
αλλιώτικη
αλλιώτικο
αλλιώτικος
άλλο
Άλλο ένα μπουκάλι, παρακαλώ
αλλοδαπή
αλλοδαπό
αλλοδαπός
άλλοθι
αλλοιθωρίζω
αλλοιώνομαι
αλλοιώνω
αλλοίωση
αλλόκοτα
αλλοκοτιά
αλλόκοτος
αλλομετρικός
αλλοπαθητική
αλλοπρόσαλλα
αλλοπρόσαλλος
άλλος
αλλοστερικός
άλλοτε
αλλοτριώνω
αλλότροπα
αλλοτροπία
αλλού
αλλουβιακός
αλλόφυλόφιλος
αλλόφωνο
άλλως
άλλωστε
άλμα
άλμα εις μήκος
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close